Σε μια εποχή που δε σηκώνει είδωλα, οι Gorillaz μοιάζουν σαν τη μύγα μέσα στο γάλα.
Τα δύο πρώτα χρόνια της τρίτης χιλιετίας, το ροκ έμοιαζε για πέμπτη ή έκτη (θα σε γελάσω) φορά στην ιστορία του και σίγουρα για πρώτη μετά το εκρηκτικό υπερατλαντικό δίπολο grunge και brit-pop των early 90s να ζει ξανά μεγάλες πιένες, να τρώει λίγες ακόμη από τις σάρκες του (κοινώς να κλέβει το ίδιο του το παρελθόν – και αυτό το λέω για καλό) για να μπορέσει να βγει ασπροπρόσωπο σε μία ακόμη νέα γενιά.
Οι Strokes είχαν κυκλοφορήσει το καταπληκτικό ντεμπούτο τους Is This It (το Nevermind των 00s;), οι White Stripes (που υπήρχαν από το 99) μόλις είχαν ξεφύγει από τη μέγγενη της καλτ garage-rock κάστας του Ντιτρόιτ, οι Interpol είχαν κερδίσει με το σπαθί τους την κορώνα των καλύτερων ρεβιζιονιστών της Joy Division-ικής ηρωικής κατάθλιψης και ο Άλεξ Καπράνος ήταν προ των πυλών που θα τον έφεραν στο φως των αστεριών. Κοινώς το ροκ γινόταν ξανά επίκαιρο, καβάτζωνε ξανά την πρωτιά στην ατζέντα της πιτσιρικαρίας, μέσω μιας φουρνιάς συγκροτημάτων που εν πολλοίς δε χρειάζονταν καν να τριμάρουν τα γένια τους για να δείχνουν τριών ημερών αξύριστοι (ήταν τόσο νέοι που δεν έβγαζαν πολλά).
Η εποχή δηλαδή δεν έδειχνε να είναι πρόσφορη για μία εκ πρώτης όψεως μπάντα-καπρίτσιο ενός ιδιοφυούς Βρετανού μουσικού - έστω ίσως του πιο ιδιοφυούς της γενιάς του, όπως δικαίως θεωρούταν και τότε αλλά και σήμερα ο Damon Albarn των Blur – πόσο μάλλον όταν αυτή η ρημάδα η μπάντα ήταν ένα τσούρμο από manga-alike καρτούν. Και όμως, οι Gorillaz με το ομώνυμο ντεμπούτο τους κατάφεραν να πουλήσουν μερικά εκατομμύρια αντίτυπα και να πετύχουν γρήγορα αυτό για το οποίο οι Blur (και οι Oasis) μάτωσαν για να καταφέρουν: το breakthrough στην Αμερική. Και αυτό θα ήταν μόνο η αρχή. «Αρχικά όλοι νόμιζαν ότι έστησα τους Gorillaz, ένα γκρουπ από καρτούν δηλαδή, για να καυτηριάσω τη μανία της σύγχρονης κοινωνίας με τους σελέμπριτι. Δεν ήταν ακριβώς έτσι. Δεν ήθελα να καυτηριάσω. Απλά να κάνω ένα δηκτικό σχόλιο. Για όλους όσοι συμμετέχουμε πάντως, είναι μία διαδικασία πολύ απελευθερωτική, και πολύ διαφορετική απʼ ότι κάναμε μέχρι τώρα. Μπορεί γιʼ αυτό να είχε τόση επιτυχία το πείραμά μας. Ο κόσμος να ήθελε κάτι διαφορετικό». Τάδε έφη Ντέιμον Άλμπαρν.
Τέσσερα χρόνια αργότερα το momentum του πρώτου κύματος του νέου ροκ (που βέβαια έμοιαζε με το παλιό, αλλά δεν είναι της παρούσης) είχε αρχίσει να σώνεται, οι Strokes φάνταζαν μικροί μπροστά στη Duran Duran-ική επέλαση των Killers, και οι Blur είχαν επισήμως κατεβάσει ρολά. Οπότε ο Ντέιμον Άλμπαρν είχε κι άλλο ελεύθερο χρόνο για να μπει στο στούντιο μαζί με τον Jamie Hewlett (το έτερον ήμισυ του πυρήνα της μπάντας, ο οποίος αναλάμβανε όλο το εικαστικό κομμάτι της) και να βγει από αυτό με το δεύτερο άλμπουμ των Gorillaz. Στα credits του οποίου έβλεπες συμμετοχές από De La Soul μέχρι Άικ Τέρνερ και από τον Σον Ράιντερ των Happy Mondays (που τραγουδούσε στο καραμπινάτο σινγκλ «DARE») μέχρι τον Ντένις Χόπερ (!).
«Νομίζω ότι με αυτό τον δίσκο γίναμε ένα πραγματικό γκρουπ. Εντάξει, λίγο σουρεαλιστικό. Οι Gorillaz μπαίνουν στο στούντιο και είναι σα να αφήνουν ανοιχτή την πόρτα για το πάρτι. Για τους φίλους μας. Ή και για τους φίλους των φίλων μας. Αν έχεις όρεξη να τραγουδήσεις, άνοιξε την πόρτα και άρπαξε το μικρόφωνο. Θα σου βγει χωρίς πίεση».
2010: Μέχρι και το nu-rave μας τελείωσε, μέχρι και οι hipsters βαρέθηκαν να χορεύουν σε «κλαμπ της συμφοράς», όπως έλεγαν προ αμνημονεύτων οι Στέρεο Νόβα, και τώρα που όλοι αναρωτιούνται «και τώρα τι;», ο Ντέιμον Άλμπαρν ξανακάνει το χατ-τρικ. Αυτή τη φορά στο άρμα των guests αυτή τη φορά έχουν ανέβει από τον Σνουπ Ντογκ και τον Mos Def μέχρι τον Λου Ριντ και το Μπόμπι Γούμακ. «Δεν είναι ευχάριστη η εποχή που ζούμε. Είναι σαν τα πάντα να έχουν φτάσει στο απροχώρητο. Πόλεμοι, βία, φτώχεια είναι πράγματα που όλοι τα βιώνουμε σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό». Ίσως γιʼ αυτό ο Ντέιμον και το τρελό παρεάκι του κυκλοφόρησαν το Plastic Beach ένα δίσκο τέλειας ποπ που παντρεύει τη λευκή και μαύρη αισθητική όπως το γιν με το γιαν, ένα δίσκο που υπηρετώντας ευλαβικά την καθαρόαιμη ποπ όπως αυτή εννοούταν πριν γίνει κακόγουστο αστείο αλα Lady Gaga καταλήγει να γίνει πολύ πιο προχώ απʼ όσο θα καταφέρουν ποτέ η κάθε Gaga (πάλι αυτή) όσα φτερά κι αν βάλει στην κεφάλα της, και ο κάθε ψευδο-hipster σε κρίση ταυτότητας.
* Από το Nitro Απριλίου
Δευτέρα 19 Απριλίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου